ΤΑ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ

Εισήγηση του Βασίλη Λέλη, Δ/ντή του 3ου Δημ. Σχολείου Λιτοχώρου,
στην επιμορφωτική συνάντηση της 9.03.05

 

Η γλώσσα δεν είναι απλό εργαλείο, είναι αξία. Μέσα απ΄ τη γλώσσα συλλαμβάνεται μορφοποιείται και εκφράζεται κάθε ουσιώδης ανθρώπινη εκδήλωση. Όλη η ύπαρξη του ανθρώπου περνάει δηλώνεται και υφίσταται μέσα από τη μητρική του γλώσσα.

 

Η γλώσσα δεν είναι παθητική αποτύπωση της υπάρχουσας γλωσσικής εμπειρίας. Είναι ενεργοποίηση γλωσσικών καταβολών και μηχανισμών που χαρακτηρίζουν βιολογικά τον άνθρωπο και συγχρόνως δημιουργική επεξεργασία των προϊόντων της γλωσσικής εμπειρίας που έχει έντονα τα στοιχεία της επιλογής, του νέου και της δημιουργίας.  Με άλλα λόγια, η γλώσσα δεν είναι μηχανική αυτόματη κατάσταση, αλλά δημιουργική και επίπονη κατάκτηση.

Η γλώσσα χτίζεται με ακούσματα και διαβάσματα, αλλά προάγεται με πρότυπα. Δε μαθαίνεται, αν δεν τροφοδοτείται αδιάλειπτα από γλωσσική εμπειρία: ό,τι ακούμε κι ό,τι διαβάζουμε. Σαν αποτέλεσμα κατάκτησης, η γλώσσα προϋποθέτει συνεχή αγώνα για εμπλουτισμό του γλωσσικού μας κώδικα όχι μόνο στο επίπεδο του λεξιλογίου, αλλά και στις λεπτές τεχνικές και σύνθετες στρατηγικές επικοινωνίας, που κατεξοχήν στηρίζονται στην αξιοποίηση των γραμματικοσυντακτικών μηχανισμών της γλώσσας.

Αν τα γλωσσικά ακούσματα είναι το υλικό με το οποίο κτίζουμε τη γλώσσα μας, τα ποιοτικά γλωσσικά ακούσματα, καθώς και τα ποιοτικά γλωσσικά διαβάσματα αποτελούν γλωσσικά πρότυπα που αναπτύσσουν και προάγουν το γλωσσικό αίσθημα. Τα πρότυπα γλωσσικά κείμενα, είτε πρόκειται για λογοτεχνία είτε για επιστήμη είτε για τον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, επηρεάζουν βαθιά τη δική μας γλωσσική έκφραση, τις γλωσσικές επιλογές μας, την όλη στάση μας στη γλώσσα.

Στην εποχή μας που τεχνοκρατείται, επειδή βάλαμε τη ζωή μας στην τεχνολογία και όχι την τεχνολογία στη ζωή μας, η τηλεόραση με το συνδυασμό της εικόνας, του ήχου, της κίνησης και του χρώματος έχει πάρει την πρωτιά από όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

 Ιδιαίτερες αναφορές έχουν γίνει για τις αρνητικές συνέπειες της παρακολούθησης των ακατάλληλων προγραμμάτων από παιδιά, για τους κινδύνους που εγκυμονεί η κακή χρήση της τόσο για την ψυχική υγεία, την πνευματική ισορροπία και την ηθική υπόσταση του παιδιού, όσο και για τη σωματική ευεξία και ακμαιότητά του.

Πολλές φορές οι γονείς εκφράζουν την απόγνωσή τους για την προσκόλληση των μαθητών μας στην τηλεόραση, που τους αποσπά απ΄ τη σχολική μελέτη. Το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο απ΄ την ποιότητα των εκπομπών, των οποίων οι νέοι γίνονται συνήθως παθητικοί αποδέκτες.

Η πλευρά, που έχει κατά τη γνώμη μας ελλιπώς παρουσιαστεί, είναι η σχέση της με τη λεκτική πενία, την πνευματική ένδεια, την υποβάθμιση του γραπτού και του προφορικού λόγου.

Για να αποτυπωθεί η εικόνα στον εγκέφαλο του τηλεθεατή καμιά αποκωδικοποίηση δεν χρειάζεται . Και σ΄ αυτό ακριβώς διαφέρει η εσωτερική εικόνα , που σχηματίζεται με την ανάγνωση από την τηλεοπτική εικόνα για την οποία αποφασίζει ο σκηνοθέτης . Το βιβλίο το ελέγχω , η τηλεόραση με ελέγχει. Κι ενώ το βιβλίο ελευθερώνει το πνεύμα η τηλεόραση το δεσμεύει. Είναι η μόνη περίπτωση που ο τηλεθεατής , προπάντων ο ανήλικος , παίρνει τόσα πολλά, για να εξωτερικεύσει όμως τόσα λίγα.

Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της μονόδρομης κίνησης, είναι ότι η εικόνα αποσυνδέει το θεατή από το λόγο ως μέσο ανάπτυξης σχέσεων επικοινωνίας με τους άλλους, τον γυρίζει στο στάδιο της μη λεκτικής σκέψης. Για τον ενήλικα τηλεθεατή οι μη λεκτικές διανοητικές δραστηριότητες μπορεί να έχουν την έννοια της ανάπαυλας. Ενώ για το παιδί  σημαίνουν οπισθοδρόμηση στην ανάπτυξη. Και όχι στη διανοητική, γιατί είναι βέβαιο ότι από την τηλεόραση θα μάθει πολλά, αλλά σε ότι αφορά την ωρίμανσή του.

Η διερεύνηση του φαινομένου τηλεόραση δεν έχει αγγίξει παρά ελάχιστα τη σημαντική αυτή πλευρά την επίδρασή της στη μορφωτική ανάπτυξη των παιδιών  και κατά προέκταση στη σχέση της με την εκπαίδευση. Η τηλεόραση με τη λειτουργία και τα μηνύματα που εκπέμπει, αποτελεί μια «αφανή εκπαίδευση» , έξω απ΄ την καθιερωμένη σχολική. Είναι το μάθημα που κανείς δε δίδαξε και όλοι το μαθαίνουν.

Η δύναμη της τηλεοπτικής εικόνας διοχετεύει στους νέους έναν ολόκληρο κόσμο εμπειρίας, που διαταράσσει την ισορροπία ανάμεσα στην εκπαίδευση και τον εξωτερικό κόσμο, ανάμεσα στο σχολείο και στην οικογένεια.

Το σχολείο δεν έχει σήμερα το μονοπώλιο της μετάδοσης της γνώσης και της πληροφόρησης. Η επίσημη εκπαίδευση παρέχεται μέσα σ΄ ένα μορφωτικό περιβάλλον που κυριαρχείται όλο και περισσότερο από το ανεπίσημο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Ως εκ τούτου η σχολική παιδεία έχει μικρό μερτικό στις ευθύνες της γλωσσικής μας πενίας σήμερα. Το μεγαλύτερο μερτικό το έχουν παράγοντες εξωσχολικοί και συγκεκριμένα η κλίμακα αξιών που επιβάλλουν παράγοντες ισχυρότεροι σήμερα στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των νέων και πρώτα απ΄ όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία είναι αυτονόητο ότι επηρεάζουν την εξέλιξη της γλώσσα μας. 

Οι μαθητές με την καθημερινή θέση στην εικόνα της τηλεόρασης, διαμορφώνουν ένα οπτικό λεξιλόγιο πολύ πριν διαμορφώσουν ένα γλωσσικό. Ο φανταστικός και εύκολος κόσμος που προβάλλει η τηλεόραση, γίνεται όλο και περισσότερο ελκυστικός και φαίνεται πιο πραγματικός από τον κόσμο στον οποίο ζουν.

Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι η καταιγιστική τροφοδότηση του ανθρώπινου νου με οπτικό υλικό , το οποίο δεν έχει τη δυνατότητα να αξιολογήσει , εθίζει τον άνθρωπο στη διαδικασία της εύκολης ανάγνωσης και αποφυγής της εγκύψεως στη μαγεία του γραπτού λόγου. Είναι ασύγκριτα ευκολότερο για ένα παιδί να παρακολουθήσει ένα βίντεο κλιπ ή  ένα ριάλιτι  στην τηλεόραση από το να διαβάσει ένα άρθρο στην εφημερίδα. Γιατί λοιπόν να ταλανιστεί σήμερα ένα παιδί και να αφιερώσει σημαντικό μέρος του ελεύθερου χρόνου του επιχειρώντας να κολυμπήσει στο πέλαγος της ανάγνωσης ενός βιβλίου , όταν η τηλεόραση , ο Η/Υ , το εικονόσπαρτο περιοδικό του προσφέρουν μια ακίνδυνη γρήγορη βουτιά στην πισίνα της αστραπιαίας εναλλαγής πλάνων και του ξεφυλλίσματος κάποιων σελίδων αντίστοιχα;

Πέραν όμως αυτής της φίμωσης του εγγεγραμμένου λόγου, οι συνέπειες της σύγχρονης εικονολατρίας επεκτείνονται και σε άλλους τομείς. Αν για τον Αριστοτέλη το ήθος ενός ανθρώπου «εξ ήθους περιγίγνεται», αναλογιστείτε μόνον πόσο το εικονικό ήθος συμβάλλει στην έλλειψη γλωσσικού ήθους , στην πενία λεξιλογικών επιλογών , στην έφεση για ακυριολεξίες και στο νοηματικό εκμηδενισμό ποικίλων εκφράσεων . Πού θα βρουν όμως οι μαθητές τα ερείσματα για την οικοδόμηση του γλωσσικού τους δυναμικού και την αποφυγή της συρρίκνωσής του, αν όχι στα κείμενα;

Το αναγνωστικό κοινό όμως στη χώρα μας είναι εξαιρετικά περιορισμένο σε σχέση με αυτό των ευρωπαϊκών χωρών. Ο συντριπτικά μεγάλος αριθμός των Ελλήνων όχι μόνο δε διαβάζει βιβλία, αλλά και δεν έχει καμία απολύτως σχέση μαζί τους. Ο μέσος εγγράμματος άνθρωπος στην Ελλάδα είναι συλλέκτης πληροφοριών και ενδιαφέρεται μόνο για το επίπεδο εκείνο της ενημέρωσης που του προσφέρει ο καθημερινός τύπος.  Το βιβλίο ακόμα και όταν αγοράζεται, δε διαβάζεται, δε λειτουργεί ως μέσο μάθησης, αλλά ως στοιχείο γοήτρου, επίδειξης, ακόμα και διακόσμησης κι αυτό γιατί το σύστημα παιδείας από την πρώτη ως την τελευταία βαθμίδα δεν καλλιεργεί το είδος «σκεπτόμενος άνθρωπος» αλλά επιμένει στη μηχανιστική εκμάθηση αποστεωμένων -χρήσιμων υποτίθεται- γνώσεων.  

Ακόμη υπάρχει κενό στη λειτουργική παρουσία του γραπτού λόγου στην ελληνική παράδοση, που αναπληρωνόταν ασφαλώς σε σημαντικό βαθμό από ισχυρότατα στοιχεία ζωντανής και προφορικής κουλτούρας όσο η κοινωνία μας ήταν βασικά αγροτική, όχι όμως και σήμερα που βρισκόμαστε μπροστά σε μια ολοκληρωτική σχεδόν καθίζηση της υπαίθρου προς όφελος μιας καθολικής αστικοποίησης. 

Ο νεοέλληνας στις ελεύθερες ώρες του είναι ολοκληρωτικά παθητικοποιημένος, προτιμά την εικόνα, την άσκοπη φλυαρία, το καλαμπούρι, τη σαχλαμάρα αρνείται και απωθεί οτιδήποτε μπορεί να τον κάνει να σκεφτεί. Σ΄ αυτό συνηγορεί και η υποβαθμισμένη από πνευματική άποψη λειτουργία των μέσων μαζικής επικοινωνίας και της μεγαλύτερης μερίδας του τύπου .                               

Η γλώσσα των ΜΜΕ βασίζεται κυρίως στη καθομιλουμένη και στην επίσημη πολιτική συνθηματολογία, ενώ αντλεί στοιχεία από τις υπόλοιπες αργκό, τον προφορικό λόγο και την επιστημονική ορολογία, χρησιμοποιεί κατά κόρον ξενικά δάνεια, παθητική σύνταξη, μετωνυμίες, μεταφορές, αξιολογική χρήση επιθέτων, απουσία συνδετικών στοιχείων κ.λ.π. Όσο ελεγχόμενο και αν είναι το περιεχόμενο ενός κειμένου ή μιας εκπομπής ώστε να ανταποκρίνεται στις πολιτικές και αισθητικές αρχές του έντυπου ή του ηλεκτρονικού μέσου διαμορφώνεται εξωτερικά με βάση λίγο πολύ τα προαναφερθέντα στοιχεία.

Τα ΜΜΕ δεν μεταδίδουν μόνο το δημοσιογραφικό λόγο , αλλά ακόμη το λόγο της διαφήμισης, (παρόμοιο σε μορφή και μεθοδολογία με το δημοσιογραφικό) και ένα πλέγμα από διάφορους άλλους ιδιωματικούς λόγους, απροκάλυπτα ή συγκαλυμμένα, μέσω των διάφορων δημοσιευμάτων ή εκπομπών. Τα ΜΜΕ αποτελούν έτσι τον καθρέφτη της σύγχρονης γραπτής και προφορικής γλώσσας. Με τα ιδιαίτερα εκφραστικά μέσα όμως που χρησιμοποιούν, με την επαναληπτικότητα που τα διακρίνει, με την εξέχουσα θέση που κατέχουν στη συνείδηση του κοινού, με την καθημερινή σχέση πομπού αποδέκτη, είναι και αναμφισβήτητος διαμορφωτής αυτής. Από την πρόσφατη ιστορία μας, της αρχές της δεκαετίας του ΄80, μπορούμε να αντλήσουμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα που καταδεικνύουν το μέγεθος της επίδρασης του λόγου των ΜΜΕ στη γλώσσα: τη χρήση του μονοτονικού από τις εφημερίδες (που απλούστευσε και επιτάχυνε την καθημερινή διαδικασία εκτύπωσης) πριν από την επίσημη εφαρμογή του θεσμού και τη θεσμική του κατοχύρωση, καθώς και την τεράστια επιρροή που άσκησε ο λόγος και το ύφος των περιοδικών Lifestyle, όχι μόνο στην καθομιλουμένη (ιδίως στον τρόπο έκφρασης των νέων), αλλά και στον γραπτό λόγο της τρέχουσας λογοτεχνικής παραγωγής.

Οι στερεότυπες εκφράσεις, σε συνδυασμό με την κατάχρηση της - όχι και τόσο πρωτότυπης- μεταφοράς και με την υπερβολή στην έκφραση, στο βωμό της τηλεθέασης ή της κυκλοφορίας, παράγουν μια πληθωριστική γλώσσα και λειτουργούν, τελικά, σε βάρος της ίδια της πληροφορίας, αλλά και των εκφραστικών μέσων της γλώσσας. Έχει ενδιαφέρον ότι σε αυτόν τον γλωσσικό και νοηματικό πληθωρισμό , γίνεται κατάχρηση ακόμη και της λέξης που δεν θα έπρεπε ποτέ να χρησιμοποιείται μεταφορικά: του επιρρήματος «κυριολεκτικά». Φράσεις όπως κυριολεκτικά έπεσα από τα σύννεφα, ακυρώνουν τη σημασία και τη βαρύτητα της λέξης (εκτός αν αναφέρονται σε αεροπορικό δυστύχημα) και τελικά τη φτωχαίνουν, στερώντας την από ένα ιδιαίτερα ακριβές και γλαφυρό εκφραστικό μέσο.

Όταν κάποιος λειτουργεί δημόσια και απευθύνεται, άρα επηρεάζει χιλιάδες ανθρώπους η εκφορά του λόγου του παίρνει άλλες διαστάσεις. Ξεπερνά το άτομο. Ο εκφωνητής/ παρουσιαστής του δελτίου ειδήσεων ή ο παραγωγός μιας εκπομπής στο ραδιόφωνο ή την τηλεόραση δεν είναι ιδιώτης αλλά δημόσιο πρόσωπο. Για την ακρίβεια είναι δημόσιος λειτουργός, με την έννοια που έχει ο εκπαιδευτικός λειτουργός. Ειδικά για τη γλώσσα αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό δάσκαλο. Αυτόν που με το λόγο επηρεάζει βαθιά το γλωσσικό αίσθημα ιδίως των μειωμένης γλωσσικής αντίστασης ακροατών / θεατών, δηλαδή των νεότερων σε ηλικία ατόμων , των λιγότερο μορφωμένων, μια και το γλωσσικό αίσθημα στηρίζεται κατά πολύ κυρίως στην ακουστική γλωσσική μας εμπειρία. Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να πούμε ότι ένας γνωστός παρουσιαστής, ένας γνωστός δημοσιογράφος, ένας γνωστός παραγωγός εκπομπής λόγου επηρεάζει τους μαθητές του περισσότερο απ΄ ότι ο δάσκαλος στην τάξη. Γιατί το «μέσο» εξασφαλίζει στον ομιλητή υψηλότερο «επικοινωνιακό γόητρο», αν συμβαίνει μάλιστα να είναι και ευρύτερα γνωστός γίνεται και πρότυπο προς μίμηση από μικρούς και μεγάλους.

Όλα αυτά δείχνουν την τεράστια ευθύνη που έχουν όσοι εκπέμπουν λόγο από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης , οι φορείς δηλαδή του ηλεκτρονικού λόγου.

Όσοι μιλούν απ΄ το μικρόφωνο κατ΄ επάγγελμα, πέρα από μια γενικότερη παιδεία που αποτελεί προϋπόθεση για τα πάντα χρειάζονται ειδική εκπαίδευση . Εκπαίδευση στην εκφορά του λόγου και εξοικείωση με τα προβλήματά της, θεωρητικά και πρακτικά.

Είναι επίσης απαραίτητος κάποιας μορφής γλωσσικός έλεγχος, που θα προλαμβάνει απαράδεχτες χρήσεις γλώσσας ή θα σχολιάζει για να τα διορθώνει.

Ραδιόφωνο και τηλεόραση θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη «γλωσσική ασπίδα» της Ελληνικής , φράζοντας το δρόμο σε ξενισμούς που κατακλύζουν τη γλώσσα μας με το να χρησιμοποιούν στη θέση τους ελληνικές λέξεις και ελληνικούς επιστημονικούς όρους.

 

Η τηλεόραση όχι μόνο επηρεάζει καθοριστικά τον τρόπο που γράφεται και ομιλείται η ελληνική γλώσσα , αλλά τα κακά ελληνικά που χρησιμοποιεί στα προγράμματά της βλάπτουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τη γλώσσα μας. Αυτό είναι το κεντρικό συμπέρασμα για την επιρροή που ασκούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κυρίως η τηλεόραση στην εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, τουλάχιστον έτσι όπως την αντιλαμβάνονται οι Έλληνες.  

Το συμπέρασμα προκύπτει από έρευνα που δημοσιεύτηκε στον τόμο « Η κοινή γνώμη της Ελλάδας» Έρευνες και δημοσκοπήσεις 2003, που έδωσε για 4ο χρόνο η VPRC και πραγματοποίησε το Σεπτέμβριο του 2001 στο σύνολο της χώρας και σε δείγμα 1600 ατόμων.

Η έρευνα εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο η ελληνική κοινωνία προσλαμβάνει και ενσωματώνει τις γλωσσικές εξελίξεις, καθώς οι ερωτούμενοι καλούνται να απαντήσουν σε ερωτήματα που σχετίζονται με τη χρήση ξένων λέξεων στο καθημερινό λεξιλόγιο και την εκμάθηση ξένων γλωσσών ως τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος της γλώσσας στα σχολεία και τις κρατικές πολιτικές για την προστασία της γλώσσας. 

 

Τι από τα παρακάτω κάνει περισσότερο κακό στην ελληνική γλώσσα;

 

 

Τα ελληνικά που χρησιμοποιούν η τηλεόραση και το ραδιόφωνο

25,4%

Η αδιαφορία των ίδιων των Ελλήνων για τη γλώσσα τους

22,7%

Η κακή διδασκαλία των Ελληνικών στο σχολείο

21,2%

Η επιρροή που ασκεί η αμερικανική κουλτούρα

15,2%

Το γεγονός ότι πολλοί πρέπει να χρησιμοποιούν τα Αγγλικά στη δουλειά τους

6,6%

Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας

4,6%

ΔΞ/ΔΑ

4,3%

 

 

Εκτός από το σχολείο ποιος από τους παραπάνω φορείς και θεσμούς επηρεάζει  

περισσότερο τον τρόπο με τον οποίο ομιλείται και γράφεται η ελληνική γλώσσα

 

 

η τηλεόραση

28,5%

η οικογένεια

21,5%

οι εφημερίδες/ περιοδικά

12,5%

η διαφήμιση

9,5%

η λογοτεχνία

6,2%

το τραγούδι

5,5%

το ραδιόφωνο

5,1%

η εκκλησία

3%

ο πολιτικός λόγος

2,7%

ο κινηματογράφος

2,7%

ΔΞ/ΔΑ

2,8%

 

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι η γλώσσα των Μ.Μ.Ε. είναι μια μορφή γλώσσας που είναι ισχυρή και θεμελιακή και οι νέοι την έχουν αφομοιώσει σε μεγάλο βαθμό. Υπάρχει μια δεδομένη αντίληψη ότι η σημερινή γενιά της τηλεόρασης, με την καθημερινή απορρόφηση ενός μεγάλου ποσού οπτικής εμπειρίας, χάνει σταδιακά την ικανότητα να εκφράζεται προφορικά ή γραπτά. 

Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στην ενίσχυση της γραπτής και προφορικής έκφρασης στη σχολική διαδικασία, μια επιστροφή δηλαδή στις θεμελιώδεις αρχές της εκπαίδευσης. Η μάθηση όμως στη σημερινή πραγματικότητα δεν περιορίζεται στην ικανότητα της γραφής και της ανάγνωσης, αλλά περιλαμβάνει και την ικανότητα κατοχής της γλώσσας των εικόνων. Παλιότερα οι νέοι έμπαιναν στο σχολείο με λιγότερες εμπειρίες και περισσότερα κίνητρα για μάθηση, ενώ σήμερα μπαίνουν με περισσότερες εμπειρίες αλλά λιγότερα κίνητρα για μάθηση. Δεν είναι εύκολο να αλλάξουμε την πραγματικότητα αυτή, μπορούμε όμως να την εκμεταλλευτούμε, με τη χρησιμοποίηση της τηλεόρασης σε ένα σημαντικό εκπαιδευτικό μέσο. Η απόσταση όμως απ΄ την καθημερινή προτροπή κλείσε την τηλεόραση μέχρι τη μετατροπή της σε μορφωτικό μέσο είναι μεγάλη.

Δυστυχώς, πολλές προσπάθειες εισαγωγής της τηλεόρασης στην εκπαίδευση απέτυχαν και όχι μόνο στη χώρα μας, γιατί θεωρήθηκε σαν ένα ακόμη εκπαιδευτικό μέσο όχι καλύτερο από τα υπάρχοντα μέσα στη διάθεση των εκπαιδευτικών.

Το σχολείο και οι εκπαιδευτικοί, μπορούμε να βοηθήσουμε τους μαθητές να υιοθετήσουν μια κριτική στάση , να μπορούν να επιλέγουν και να ταξινομούν  τα μηνύματα των Μ.Μ.Ε..

Τα ΜΜΕ έχουν ένα διφορούμενο χαρακτήρα και τα αποτελέσματά τους είναι αντιφατικά: πληροφορούν αλλά και παραπληροφορούν, ψυχαγωγούν αλλά και αποχαυνώνουν, ευαισθητοποιούν αλλά και παθητικοποιούν , συντροφεύουν αλλά και απομονώνουν, επιμορφώνουν αλλά και ενισχύουν την πολιτιστική και γλωσσική ένδεια, μας κάνουν πολίτες του κόσμου, ταυτόχρονα όμως μεγαλώνουν τη μοναξιά, χάρη σ΄ αυτά ζούμε σε πολλούς και διαφορετικούς κόσμους, η εμπειρία όμως αυτή είναι εικονική και δε στηρίζεται στο βίωμα. Μπορεί να αποτελέσουν ένα παράθυρο στον κόσμο, όμως και ένα τείχος στην επικοινωνία. Τα πάντα εξαρτώνται από τον τρόπο χρησιμοποίησής τους.

 

Βιβλιογραφία:

- Παιδαγωγικό Ινστιτούτο «Νέο διαθεματικό πλαίσιο διδασκαλίας»
- «Έκθεση Έκφραση» Ο.Ε.Δ.Β.
- Ε. Παπανούτσος «Η φθορά των λέξεων» εκδ. Δωδώνη
- Περιοδικό «Διαδρομές στο χώρο της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους»
- «Επιστημονικό Βήμα του Δασκάλου»
- I.N. Κανάκης «Διδασκαλία και μάθηση με σύγχρονα μέσα διδασκαλίας» Εκδόσεις Γρηγόρη
- Κ. Βρύζας «Παγκόσμια επικοινωνία - πολιτιστικές ταυτότητες» εκδ. Gutenberg
- Karl Popper - John Gondry «Τηλεόραση κίνδυνος για τη Δημοκρατία» εκδ. Νέα Σύνορα
- Α. Κορωναίου «Νέοι και Μ.Μ. Επικοινωνίας» εκδ. Οδυσσέας
- Roland Barthes «Εικόνα- Μουσική- Κείμενο» εκδ. Πλέθρον
- Β. Φίλιας «Kοινωνιολογικές προσεγγίσεις»
- Εφημερίδα «Ο κόσμος του επενδυτή 26/27- 07-03»
- Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο
- Η Ελληνική γλώσσα στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Γ. Μπαμπινιώτης